- εντομογραφία
- η1. περιγραφή των εντόμων.2. κλάδος της εντομολογίας, που ασχολείται με την περιγραφή των εντόμων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εντομογραφία — η κλάδος τής εντομολογίας που ασχολείται με την περιγραφή τών εντόμων … Dictionary of Greek
-γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… … Dictionary of Greek
εντομογράφος — ο ο ειδικός στην εντομογραφία … Dictionary of Greek
εντομογραφικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην εντομογραφία («εντομογραφική μελέτη») … Dictionary of Greek
εντομογράφος — ο αυτός που ασχολείται με την εντομογραφία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εντομογραφικός — ή, ό που ανήκει ή αναφέρεται στην εντομογραφία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)